Σκηνή από συμπόσιο. Κωμαστής και εταίρες σε ερωτικό παιχνίδι. Τέλος 6ου αιώνα π.χ. Βασιλικό Μουσείο Τέχνης και Ιστορίας, Βρυξέλες.
Με μια πρωτοποριακή προσέγγιση που απευθύνεται τόσο στον μελετητή όσο και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, ο συγγραφέας διερευνά τη διάρθρωση της αγοράς του έρωτα στην αρχαία Αθήνα, εξετάζοντας στοιχεία που αφορούν την οικονομική και κοινωνική ιστορία, αλλά και την ιστορία του φύλου και του δικαίου, βασισμένος στις πηγές. Έτσι, μέσα από περιπτώσεις γυναικών που διηύθυναν επιχειρήσεις πορνείας, οι οποίες συχνά διατηρούνταν από γενιά σε γενιά, σε μητρογραμμική βάση, εξετάζεται ο ρόλος που διαδραμάτισε το ανθηρό εμπόριο του έρωτα στην αθηναϊκή κοινωνία.
«Τα υλικά κατάλοιπα είναι μια σημαντική –αλλά δύσκολη– πηγή πληροφοριών σχετικά με την αθηναϊκή πορνεία. Οι αρχαιολόγοι ισχυρίζονται ότι έχουν εντοπίσει “συνοικίες με κόκκινα φανάρια” στην αρχαία Αθήνα και έχουν επίσης αποκαλύψει κατόψεις κτιρίων που πιστεύεται ότι ήταν οίκοι ανοχής, εντός των οποίων βρέθηκαν τέχνεργα τα οποία υποτίθεται ότι συνδέονται με την πορνεία. Πολλές παραστάσεις στην κεραμική (“αγγειογραφία”) έχουν ταυτιστεί ως πορνικές σκηνές. Η αξιολόγηση τέτοιων στοιχείων, ωστόσο, είναι δύσκολη μεθοδολογικά.
Για παράδειγμα, οι σύγχρονες απεικονίσεις των πορνείων, που επιλέχθηκαν από αττικά αγγεία, προσφέρουν πολυάριθμες απεικονίσεις γυναικών εν ώρα εργασίας, αλλά καμία ανδρική μορφή σε αυτόν τον ρόλο –ως εκδήλωση, κατά τη γνώμη μου, μιας πρακτικής κατά την οποία “οι κριτικοί τείνουν να υποθέτουν ότι οι γυναίκες σε σεξουαλικά σαφείς ετεροφυλόφιλες σκηνές είναι πόρνες”, ενώ οι ρητές απεικονίσεις ανδρικών ομοφυλοφιλικών σχέσεων ονομάζονται “σκηνές ερωτοτροπίας”».